Η διαταραχή πανικού είναι μια από
τις συχνότερες αγχώδεις διαταραχές και σίγουρα μια από τις πιο
τρομακτικές στον τρόπο εκδήλωσής της. Εκτιμάται πως περίπου το 5% του
γενικού πληθυσμού κάποια στιγμή της ζωής του θα υποφέρει από διαταραχή
πανικού
Αν και η διαταραχή πανικού μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, συχνότερα πρωτοεμφανίζεται ανάμεσα στις ηλικίες 20 έως 40.
Το κύριο χαρακτηριστικό της διαταραχής πανικού είναι οι επαναλαμβανόμενες κρίσεις πανικού. Μια κρίση πανικού χαρακτηρίζεται από έντονο άγχος, φόβο θανάτου, αίσθημα αποξένωσης από τον εαυτό ή το περιβάλλον, αίσθημα απώλειας ελέγχου κι επερχόμενης τρέλας. Ταυτόχρονα, υπάρχουν και μια σειρά από σωματικά συμπτώματα: ζάλη, ταχυκαρδία, κρύος ιδρώτας, τρόμος, ξηροστομία, τάσεις λιποθυμίας, ρίγος, αίσθημα πνιγμού, δύσπνοια, πόνος στο στήθος, τρέμουλο, ναυτία, μουδιάσματα στα χέρια και κράμπες.
Οι κρίσεις πανικού μπορεί να κρατήσουν από 5 λεπτά μέχρι ακόμη και μια ώρα, αν και κατά η διάρκειά τους ο χρόνος περνάει βασανιστικά αργά για τον παθόντα, ο οποίος, κρίνοντας από τα συμπτώματα αυτά φοβάται πως μπορεί να παθαίνει ή να πρόκειται να πάθει έμφραγμα, εγκεφαλικό επεισόδιο ή κάποια άλλη σοβαρή δυσλειτουργία. Μετά το τέλος της κρίσης πανικού το άτομο νιώθει εξαντλημένο κι ανησυχεί για την επόμενη κρίση. Συνήθως, σε μια κρίση πανικού δεν συμβαίνουν όλα τα συμπτώματα που περιγράψαμε αλλά κάποια από αυτά.
Για να θεωρηθεί κάποιος πως πάσχει από διαταραχή πανικού θα πρέπει να έχει τέσσερις κρίσεις πανικού με τουλάχιστον τέσσερα από τα παραπάνω συμπτώματα στη διάρκεια τεσσάρων εβδομάδων ή θα πρέπει να έχει μια κρίση πανικού που να ακολουθείται από έντονο φόβο επανάληψης της κρίσης, για έναν τουλάχιστον μήνα.
Όπως γίνεται κατανοητό, τα συμπτώματα των κρίσεων πανικού μιμούνται πολλές σοβαρές οργανικές ασθένειες με αποτέλεσμα ο ασθενής με διαταραχή πανικού να θορυβείται και να αναζητάει ιατρική βοήθεια. Μόνο αφού αποκλεισθεί, μέσα από τις κατάλληλες ιατρικές εξετάσεις, η πιθανότητα κάποιας οργανικής αιτιολογίας των κρίσεων μπορεί να μπει η διάγνωση της διαταραχής πανικού και κανείς δεν θα έπρεπε να αποδίδει από μόνος του τα συμπτώματά του σε διαταραχή πανικού αν πρώτα δεν αποκλεισθεί η βιολογική τους αιτιολογία..
Η συχνότερη επιπλοκή της διαταραχής πανικού είναι η αγοραφοβία: δηλαδή, τα άτομα με διαταραχή πανικού από το φόβο τους μην πάθουν κάποια κρίση πανικού, μπροστά σε άλλους, κι έρθουν σε δύσκολη θέση, αποφεύγουν μέρη με πολύ κόσμο ή όταν αυτό είναι αναπόφευκτο βιώνουν μεγάλο άγχος και καταστρώνουν στρατηγικές διαφυγής από τα μέρη αυτά. Η αιτιολογία της διαταραχής πανικού εμπλέκει τόσο βιολογικούς όσο και ψυχολογικούς παράγοντες. Κατ? αρχήν, πρέπει να ξεκαθαριστεί πως τα άτομα με διαταραχή πανικού δεν είναι ούτε αδύναμα, ούτε κατά φαντασίαν ασθενείς. Συνήθως πρόκειται για άτομα με μεγάλα ψυχικά αποθέματα μιας και καταφέρνουν να συνδιαλέγονται με την καθημερινότητά τους κάτω από το συνεχή φόβο μιας επερχόμενης κρίσης πανικού. Τα συμπτώματά τους είναι πραγματικά και ιδιαίτερα οδυνηρά.
Φαίνεται πως στα άτομα με κρίσεις πανικού το αυτόνομο νευρικό σύστημα βρίσκεται σε μια υπερδραστηριότητα που ελέγχει συνεχώς το σώμα για το αν λειτουργεί σωστά και σε κάποιες περιπτώσεις παράγει ψευδείς συναγερμούς. Το περιεχόμενο της σκέψης των ατόμων με διαταραχή πανικού συχνά χαρακτηρίζεται από απαισιοδοξία και καταστροφολογία. Σε ένα βαθύτερο επίπεδο, όλες οι αγχώδεις διαταραχές περιγράφονται σαν την αντίδραση του ψυχισμού σε εμπειρίες που έρχονται σε αντίθεση με την εικόνα που έχει ο άνθρωπος για τον εαυτό του, η διάσταση ανάμεσα στο ποιος θέλω να είμαι και ποιος πρέπει να είμαι. Αυτή η διάσταση είναι τέτοια που το άτομο δεν μπορεί ούτε να τη διαστρεβλώσει αλλά ούτε και να την αρνηθεί. Εισβάλει στην αντίληψη του ανθρώπου και του φέρνει αυξανόμενα συναισθήματα απειλής.
Ειδικότερα, στη διαταραχή πανικού συχνά ενοχοποιείται η διάσταση ανάμεσα στις τάσεις αυτονομίας που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος και στις τάσεις εξάρτησης που του έχουν δημιουργηθεί σε διάφορα στάδια της ανάπτυξής του.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως πολλές φορές οι κρίσεις πανικού πρωτοεμφανίζονται σε νεαρά άτομα λίγο πριν ή λίγο μετά την εγκατάλειψη του πατρικού τους σπιτιού. Έτσι, άτομα που μεγάλωσαν σε οικογένειες που απέρριπταν τις συναισθηματικές τους ανάγκες, σε οικογένειες με συναισθηματική αστάθεια ή σε υπερπροστατευτικές οικογένειες που δεν επιβράβευαν τις τάσεις αυτονομίας τους έχει βρεθεί να είναι πιο ευάλωτα στη διαταραχή πανικού. Αργότερα, σαν ενήλικες, παρουσιάζουν χαμηλή αυτοπεποίθηση με ανάγκη επιβεβαίωσης από το περιβάλλον τους, φόβο εγκατάλειψης και μοναξιάς, μπλοκάρισμα του θυμού, ανάγκη για ασφάλεια αλλά και κρυμμένες τάσεις για ανεξαρτησία και αυτοέλεγχο.
Η διαταραχή πανικού, με ή χωρίς αγοραφοβία, είναι οδυνηρή και επιβαρύνει ιδιαίτερα αρνητικά την ποιότητα ζωής των ανθρώπων. Δυστυχώς, πολλά άτομα με διαταραχή πανικού δεν ζητούν ψυχολογική βοήθεια, είτε γιατί αρνούνται να δεχτούν πως τα συμπτώματά τους μπορεί να έχουν μια ψυχολογική βάση, είτε γιατί ντρέπονται να μιλήσουν για αυτά είτε γιατί εσφαλμένα θεωρούν πως πρέπει να φανούν δυνατοί και να το ξεπεράσουν. Όπως είπαμε όμως η διαταραχή πανικού δεν είναι θέμα δύναμης ή αδυναμίας.
Η ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει αποτελεσματικά τα άτομα με διαταραχή πανικού, τόσο στο να μάθουν να διαχειρίζονται καλύτερα τα συμπτώματά τους αλλά και στο να λύσουν τις βαθύτερές τους συγκρούσεις που μπορεί να προκαλούν και να συντηρούν τα συμπτώματα αυτά.
http://e-psychology.gr
ενώ η πάθηση αυτή συμβαίνει συχνότερα σε γυναίκες παρά σε άντρες.
Αν και η διαταραχή πανικού μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, συχνότερα πρωτοεμφανίζεται ανάμεσα στις ηλικίες 20 έως 40.
Το κύριο χαρακτηριστικό της διαταραχής πανικού είναι οι επαναλαμβανόμενες κρίσεις πανικού. Μια κρίση πανικού χαρακτηρίζεται από έντονο άγχος, φόβο θανάτου, αίσθημα αποξένωσης από τον εαυτό ή το περιβάλλον, αίσθημα απώλειας ελέγχου κι επερχόμενης τρέλας. Ταυτόχρονα, υπάρχουν και μια σειρά από σωματικά συμπτώματα: ζάλη, ταχυκαρδία, κρύος ιδρώτας, τρόμος, ξηροστομία, τάσεις λιποθυμίας, ρίγος, αίσθημα πνιγμού, δύσπνοια, πόνος στο στήθος, τρέμουλο, ναυτία, μουδιάσματα στα χέρια και κράμπες.
Οι κρίσεις πανικού μπορεί να κρατήσουν από 5 λεπτά μέχρι ακόμη και μια ώρα, αν και κατά η διάρκειά τους ο χρόνος περνάει βασανιστικά αργά για τον παθόντα, ο οποίος, κρίνοντας από τα συμπτώματα αυτά φοβάται πως μπορεί να παθαίνει ή να πρόκειται να πάθει έμφραγμα, εγκεφαλικό επεισόδιο ή κάποια άλλη σοβαρή δυσλειτουργία. Μετά το τέλος της κρίσης πανικού το άτομο νιώθει εξαντλημένο κι ανησυχεί για την επόμενη κρίση. Συνήθως, σε μια κρίση πανικού δεν συμβαίνουν όλα τα συμπτώματα που περιγράψαμε αλλά κάποια από αυτά.
Για να θεωρηθεί κάποιος πως πάσχει από διαταραχή πανικού θα πρέπει να έχει τέσσερις κρίσεις πανικού με τουλάχιστον τέσσερα από τα παραπάνω συμπτώματα στη διάρκεια τεσσάρων εβδομάδων ή θα πρέπει να έχει μια κρίση πανικού που να ακολουθείται από έντονο φόβο επανάληψης της κρίσης, για έναν τουλάχιστον μήνα.
Όπως γίνεται κατανοητό, τα συμπτώματα των κρίσεων πανικού μιμούνται πολλές σοβαρές οργανικές ασθένειες με αποτέλεσμα ο ασθενής με διαταραχή πανικού να θορυβείται και να αναζητάει ιατρική βοήθεια. Μόνο αφού αποκλεισθεί, μέσα από τις κατάλληλες ιατρικές εξετάσεις, η πιθανότητα κάποιας οργανικής αιτιολογίας των κρίσεων μπορεί να μπει η διάγνωση της διαταραχής πανικού και κανείς δεν θα έπρεπε να αποδίδει από μόνος του τα συμπτώματά του σε διαταραχή πανικού αν πρώτα δεν αποκλεισθεί η βιολογική τους αιτιολογία..
Η συχνότερη επιπλοκή της διαταραχής πανικού είναι η αγοραφοβία: δηλαδή, τα άτομα με διαταραχή πανικού από το φόβο τους μην πάθουν κάποια κρίση πανικού, μπροστά σε άλλους, κι έρθουν σε δύσκολη θέση, αποφεύγουν μέρη με πολύ κόσμο ή όταν αυτό είναι αναπόφευκτο βιώνουν μεγάλο άγχος και καταστρώνουν στρατηγικές διαφυγής από τα μέρη αυτά. Η αιτιολογία της διαταραχής πανικού εμπλέκει τόσο βιολογικούς όσο και ψυχολογικούς παράγοντες. Κατ? αρχήν, πρέπει να ξεκαθαριστεί πως τα άτομα με διαταραχή πανικού δεν είναι ούτε αδύναμα, ούτε κατά φαντασίαν ασθενείς. Συνήθως πρόκειται για άτομα με μεγάλα ψυχικά αποθέματα μιας και καταφέρνουν να συνδιαλέγονται με την καθημερινότητά τους κάτω από το συνεχή φόβο μιας επερχόμενης κρίσης πανικού. Τα συμπτώματά τους είναι πραγματικά και ιδιαίτερα οδυνηρά.
Φαίνεται πως στα άτομα με κρίσεις πανικού το αυτόνομο νευρικό σύστημα βρίσκεται σε μια υπερδραστηριότητα που ελέγχει συνεχώς το σώμα για το αν λειτουργεί σωστά και σε κάποιες περιπτώσεις παράγει ψευδείς συναγερμούς. Το περιεχόμενο της σκέψης των ατόμων με διαταραχή πανικού συχνά χαρακτηρίζεται από απαισιοδοξία και καταστροφολογία. Σε ένα βαθύτερο επίπεδο, όλες οι αγχώδεις διαταραχές περιγράφονται σαν την αντίδραση του ψυχισμού σε εμπειρίες που έρχονται σε αντίθεση με την εικόνα που έχει ο άνθρωπος για τον εαυτό του, η διάσταση ανάμεσα στο ποιος θέλω να είμαι και ποιος πρέπει να είμαι. Αυτή η διάσταση είναι τέτοια που το άτομο δεν μπορεί ούτε να τη διαστρεβλώσει αλλά ούτε και να την αρνηθεί. Εισβάλει στην αντίληψη του ανθρώπου και του φέρνει αυξανόμενα συναισθήματα απειλής.
Ειδικότερα, στη διαταραχή πανικού συχνά ενοχοποιείται η διάσταση ανάμεσα στις τάσεις αυτονομίας που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος και στις τάσεις εξάρτησης που του έχουν δημιουργηθεί σε διάφορα στάδια της ανάπτυξής του.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως πολλές φορές οι κρίσεις πανικού πρωτοεμφανίζονται σε νεαρά άτομα λίγο πριν ή λίγο μετά την εγκατάλειψη του πατρικού τους σπιτιού. Έτσι, άτομα που μεγάλωσαν σε οικογένειες που απέρριπταν τις συναισθηματικές τους ανάγκες, σε οικογένειες με συναισθηματική αστάθεια ή σε υπερπροστατευτικές οικογένειες που δεν επιβράβευαν τις τάσεις αυτονομίας τους έχει βρεθεί να είναι πιο ευάλωτα στη διαταραχή πανικού. Αργότερα, σαν ενήλικες, παρουσιάζουν χαμηλή αυτοπεποίθηση με ανάγκη επιβεβαίωσης από το περιβάλλον τους, φόβο εγκατάλειψης και μοναξιάς, μπλοκάρισμα του θυμού, ανάγκη για ασφάλεια αλλά και κρυμμένες τάσεις για ανεξαρτησία και αυτοέλεγχο.
Η διαταραχή πανικού, με ή χωρίς αγοραφοβία, είναι οδυνηρή και επιβαρύνει ιδιαίτερα αρνητικά την ποιότητα ζωής των ανθρώπων. Δυστυχώς, πολλά άτομα με διαταραχή πανικού δεν ζητούν ψυχολογική βοήθεια, είτε γιατί αρνούνται να δεχτούν πως τα συμπτώματά τους μπορεί να έχουν μια ψυχολογική βάση, είτε γιατί ντρέπονται να μιλήσουν για αυτά είτε γιατί εσφαλμένα θεωρούν πως πρέπει να φανούν δυνατοί και να το ξεπεράσουν. Όπως είπαμε όμως η διαταραχή πανικού δεν είναι θέμα δύναμης ή αδυναμίας.
Η ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει αποτελεσματικά τα άτομα με διαταραχή πανικού, τόσο στο να μάθουν να διαχειρίζονται καλύτερα τα συμπτώματά τους αλλά και στο να λύσουν τις βαθύτερές τους συγκρούσεις που μπορεί να προκαλούν και να συντηρούν τα συμπτώματα αυτά.
http://e-psychology.gr