"Να πιω ή να μην πιω", φαίνεται ότι είναι ένα από τα διλήμματα που αντιμετωπίζουν οι εγκυμονούσες σήμερα και μέρος της ευθύνης σ' αυτό φέρουν τα συγκρουόμενα μηνύματα ή οδηγίες που παίρνουν από τις έρευνες των υγειονομικών Αρχών.
Πιο συγκεκριμένοι, οι οδηγίες, κατά την Τζένιφερ Πάουερς, στατιστικολόγο του Πανεπιστημίου του Νιούκαστλ, έχουν αλλάξει τρεις φορές τις τελευταίες δύο δεκαετίες.Όταν για πρώτη φορά, το 1992, έγινε λόγος επί του θέματος, δηλαδή αν πρέπει ή όχι να πίνουν αλκοολούχα ποτά οι εγκυμονοσούσες, η οδηγία ήταν να μην πίνουν καθόλου αλκοόλ, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. H θέση αυτή άλλαξε το 2001, όταν απευθυνόμενες στις εγκύους, οι υγειονομικές Αρχές είπαν ότι τα χαμηλά ποσοστά αλκοόλ δεν βλάπτουν.
Αυτό μέχρι πέρυσι, όποτε το Εθνικό Σύστημα Υγείας (National Health) και το Ιατρικό Συμβούλιο Έρευνας (Medical Research Council) δήλωσαν, ομόφωνα, ότι οι εγκυμονούσες δεν θα πρέπει να βάζουν στο στόμα τους σταγόνα αλκοόλ.
Η κ. Πάουερς επισημαίνει ότι αν θα πιει ή όχι αλκοολούχα ποτά η έγκυος, εξαρτάται από το αν συνηθίζει να πίνει ή όχι. Αν πριν από την εγκυμοσύνη έπινε, το πιθανότερο είναι ότι θα συνεχίσει, έστω και σε μικρότερο βαθμό, να πίνει και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Η έρευνα, που διεξήγαγε η ίδια, δείχνει ότι 20% των γυναικών δεν ακολουθούν τις οδηγίες των υγειονομικών Αρχών και εξακολουθούν να πίνουν, όπως πριν.
Παρά τις απαγορευτικές οδηγίες, είπε, «80% των εγκύων εξακολουθούν να πίνουν, έστω και λίγο. Αυτό οφείλεται στο ότι κατά καιρούς έχουν πάρει συγκρουόμενες οδηγίες».
Γεγονός παραμένει, εντούτοις, ότι οι τελευταίες έρευνες, που έχουν διεξαχθεί, δείχνουν ότι το αλκοόλ βλάπτει το έμβρυο. Επομένως, μακριά από ποτά και τσιγάρα, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού.
Πιο συγκεκριμένοι, οι οδηγίες, κατά την Τζένιφερ Πάουερς, στατιστικολόγο του Πανεπιστημίου του Νιούκαστλ, έχουν αλλάξει τρεις φορές τις τελευταίες δύο δεκαετίες.Όταν για πρώτη φορά, το 1992, έγινε λόγος επί του θέματος, δηλαδή αν πρέπει ή όχι να πίνουν αλκοολούχα ποτά οι εγκυμονοσούσες, η οδηγία ήταν να μην πίνουν καθόλου αλκοόλ, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. H θέση αυτή άλλαξε το 2001, όταν απευθυνόμενες στις εγκύους, οι υγειονομικές Αρχές είπαν ότι τα χαμηλά ποσοστά αλκοόλ δεν βλάπτουν.
Αυτό μέχρι πέρυσι, όποτε το Εθνικό Σύστημα Υγείας (National Health) και το Ιατρικό Συμβούλιο Έρευνας (Medical Research Council) δήλωσαν, ομόφωνα, ότι οι εγκυμονούσες δεν θα πρέπει να βάζουν στο στόμα τους σταγόνα αλκοόλ.
Η κ. Πάουερς επισημαίνει ότι αν θα πιει ή όχι αλκοολούχα ποτά η έγκυος, εξαρτάται από το αν συνηθίζει να πίνει ή όχι. Αν πριν από την εγκυμοσύνη έπινε, το πιθανότερο είναι ότι θα συνεχίσει, έστω και σε μικρότερο βαθμό, να πίνει και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Η έρευνα, που διεξήγαγε η ίδια, δείχνει ότι 20% των γυναικών δεν ακολουθούν τις οδηγίες των υγειονομικών Αρχών και εξακολουθούν να πίνουν, όπως πριν.
Παρά τις απαγορευτικές οδηγίες, είπε, «80% των εγκύων εξακολουθούν να πίνουν, έστω και λίγο. Αυτό οφείλεται στο ότι κατά καιρούς έχουν πάρει συγκρουόμενες οδηγίες».
Γεγονός παραμένει, εντούτοις, ότι οι τελευταίες έρευνες, που έχουν διεξαχθεί, δείχνουν ότι το αλκοόλ βλάπτει το έμβρυο. Επομένως, μακριά από ποτά και τσιγάρα, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού.