Υπάρχει ηλικία καταλληλότερη από άλλες για να κάνει κανείς οικογένεια; Ποιο είναι το «όριο» μετά το οποίο τα περιθώρια στενεύουν; Παίζει, τελικά, ρόλο η οικονομική αποκατάσταση; Η επαγγελματική καταξίωση; Η συναισθηματική ωρίμανση; Μία αναζήτηση σχετικά με τη «σωστή» ηλικία απόκτησης παιδιών στο Google επιστρέφει περισσότερα από 18 εκατομμύρια αποτελέσματα –δε θέλει πολλή φαντασία για να μαντέψει κανείς ότι πολλά από αυτά αλληλοαντικρούονται, ή εξετάζουν το ζήτημα από εντελώς διαφορετικές οπτικές γωνίες.
Η διαπίστωση στην οποία όλοι φαίνονται να συμφωνούν, είναι η αύξηση του μέσου όρου ηλικίας των γυναικών κατά την πρώτη εγκυμοσύνη, ως φυσικό επακόλουθο της ανόδου του μέσου όρου ηλικίας των ζευγαριών που παντρεύονται. Σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο μέσος όρος ηλικίας της πρώτης εγκυμοσύνης στην ΕΕ των 25 αυξήθηκε από τα 26, όπου βρισκόταν το 1990, στα 28 χρόνια. Στην Ελλάδα, ειδικότερα, από τα 25,5 χρόνια ο μέσος όρος ανέβηκε στα 28, ενώ ακόμη πιο ανεβασμένος είναι σε χώρες όπως η Ισπανία, η Γερμανία, η Σουηδία, η Ελβετία και η Μεγάλη Βρετανία, όπου αγγίζει τα 30 χρόνια.
Τι μας κάνει να το σκεφτόμαστε και να το αναβάλλουμε για περισσότερο καιρό απ’ ότι οι μαμάδες μας; Μια σειρά αλλαγών στο σύγχρονο τρόπο ζωής. Τα επίσημα στοιχεία μιλούν, κυρίως και πρωτίστως, για την αστάθεια στην αγορά εργασίας και την παράταση των σπουδών –με μεταπτυχιακά και διδακτορικά– που οδηγεί στην απόκτηση της πρώτης επαγγελματικής εμπειρίας εκεί γύρω στα 25-26. Πράγμα που σημαίνει, ικανοποιητικά εισοδήματα και κατάργηση της επαγγελματικής και οικονομικής ανασφάλειας στην καλύτερη περίπτωση περί τα 28-29.
Όταν, βέβαια, μιλάμε για «ικανοποιητικά» εισοδήματα, δεν αναφερόμαστε σε χλιδή και πλούτο. Διότι ένα παιδί έχει έξοδα, τα οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να θεωρηθούν αμελητέα: υπολογίστε περί τα 150 ευρώ το μήνα για φαγητό και είδη πρώτης ανάγκης –πάνες, μαντηλάκια κλπ–, χώρια τα παιχνίδια, ρουχαλάκια και αξεσουάρ. Αν, ας πούμε, μέχρι τώρα συνηθίζατε να ξοδεύετε τα δύο τρίτα του μισθού σας σε ρούχα και designer bags και το υπόλοιπο ένα τρίτο σε ξενύχτια και εξόδους, μάλλον πρέπει να το σκεφτείτε διπλά, καθότι η «θυσία», από οικονομικής τουλάχιστον απόψεως, θα σας φανεί μεγάλη.
Πέραν, όμως, του οικονομικού, υπάρχει και το βιολογικό κομμάτι του διλήμματος. Διότι ναι μεν μπορούμε να περιμένουμε μέχρι τα 35-36 για να σταθεροποιηθούμε οικονομικά και να είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι μπορούμε να παρέχουμε τα απαραίτητα –και λίγο περισσότερα από αυτά–, πόσο, όμως εύκολο είναι για μια γυναίκα να μείνει έγκυος σε αυτήν την ηλικία; Σίγουρα όχι ακατόρθωτο, αλλά σίγουρα όχι και το ίδιο εύκολο με τη δεκαετία των 20.
Για την ακρίβεια, μία γυναίκα γύρω στα 25 έχει 5 φορές περισσότερες πιθανότητες να συλλάβει απ’ ότι μία σαραντάρα. Η γονιμότερη ηλικία για τις γυναίκες είναι από τα 18 έως τα 34 χρόνια. Από εκεί και πέρα, η πιθανότητα σύλληψης μειώνεται κατά 10% κάθε χρόνο, μέχρι την ηλικία των 40, οπότε και αρχίζει να μειώνεται με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς. Έτσι, μια γυναίκα γύρω στα 38 έχει πιθανότητες σύλληψης της τάξης του 33%, στα 40 της περίπου 20%, ενώ στα 45 οι πιθανότητες πέφτουν στο 1%.
Τελευταίος –αλλά όχι λιγότερο σημαντικός– υπεισέρχεται ο συναισθηματικός παράγοντας, που υπαγορεύει ότι κάνω παιδί όταν νιώθω έτοιμος-η γι’ αυτό. Γιατί κακά τα ψέματα, η γέννηση ενός παιδιού είναι κατά πάσα πιθανότητα η σημαντικότερη απόφαση που θα πάρει κανείς στη ζωή του. Κι όσο κι αν σας λένε πως ό,τι κάνατε μέχρι στιγμής μπορείτε να το κάνετε και με το παιδί, σίγουρα κάποια πράγματα θα αλλάξουν. Δεν είναι ότι δεν έχουμε δει γονείς με νεογέννητα στο Να στην Ικαρία, αν όμως οι ιδανικές διακοπές σας εκτός από ελεύθερο κάμπινγκ περιλαμβάνουν και ολονύχτιο clubbing, μάλλον θα χρειαστεί να θυσιάσετε κάποιες από τις αδυναμίες σας. Αν δεν είστε διατεθειμένοι να το κάνετε, ίσως να πρέπει να το ξανασκεφτείτε, ή και να το αναβάλλετε για λίγο ακόμα –αν μη τι άλλο, μέχρι να χορτάσετε το backpacking και τους αυθόρμητους γύρους του κόσμου.
Εν ολίγοις, η «ιδανική ηλικία» για να κάνει κανείς παιδί μάλλον δεν υπάρχει. Η απόφαση είναι καθαρά προσωπική, και εξαρτάται από μια σειρά παραγόντων που έχουν να κάνουν με την ηλικία, τον τρόπο ζωής, την οικονομική άνεση και, πάνω απ’ όλα, τη θέληση του καθενός. Έχουμε δει τρισευτυχισμένους γονείς τόσο στα 25 όσο και στα 45. Άλλωστε, αν υπήρχε μία παγκόσμια αλήθεια επί του θέματος, ίσως και να μη θεωρούταν ένα μικρό θαύμα.
Η διαπίστωση στην οποία όλοι φαίνονται να συμφωνούν, είναι η αύξηση του μέσου όρου ηλικίας των γυναικών κατά την πρώτη εγκυμοσύνη, ως φυσικό επακόλουθο της ανόδου του μέσου όρου ηλικίας των ζευγαριών που παντρεύονται. Σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο μέσος όρος ηλικίας της πρώτης εγκυμοσύνης στην ΕΕ των 25 αυξήθηκε από τα 26, όπου βρισκόταν το 1990, στα 28 χρόνια. Στην Ελλάδα, ειδικότερα, από τα 25,5 χρόνια ο μέσος όρος ανέβηκε στα 28, ενώ ακόμη πιο ανεβασμένος είναι σε χώρες όπως η Ισπανία, η Γερμανία, η Σουηδία, η Ελβετία και η Μεγάλη Βρετανία, όπου αγγίζει τα 30 χρόνια.
Τι μας κάνει να το σκεφτόμαστε και να το αναβάλλουμε για περισσότερο καιρό απ’ ότι οι μαμάδες μας; Μια σειρά αλλαγών στο σύγχρονο τρόπο ζωής. Τα επίσημα στοιχεία μιλούν, κυρίως και πρωτίστως, για την αστάθεια στην αγορά εργασίας και την παράταση των σπουδών –με μεταπτυχιακά και διδακτορικά– που οδηγεί στην απόκτηση της πρώτης επαγγελματικής εμπειρίας εκεί γύρω στα 25-26. Πράγμα που σημαίνει, ικανοποιητικά εισοδήματα και κατάργηση της επαγγελματικής και οικονομικής ανασφάλειας στην καλύτερη περίπτωση περί τα 28-29.
Όταν, βέβαια, μιλάμε για «ικανοποιητικά» εισοδήματα, δεν αναφερόμαστε σε χλιδή και πλούτο. Διότι ένα παιδί έχει έξοδα, τα οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να θεωρηθούν αμελητέα: υπολογίστε περί τα 150 ευρώ το μήνα για φαγητό και είδη πρώτης ανάγκης –πάνες, μαντηλάκια κλπ–, χώρια τα παιχνίδια, ρουχαλάκια και αξεσουάρ. Αν, ας πούμε, μέχρι τώρα συνηθίζατε να ξοδεύετε τα δύο τρίτα του μισθού σας σε ρούχα και designer bags και το υπόλοιπο ένα τρίτο σε ξενύχτια και εξόδους, μάλλον πρέπει να το σκεφτείτε διπλά, καθότι η «θυσία», από οικονομικής τουλάχιστον απόψεως, θα σας φανεί μεγάλη.
Πέραν, όμως, του οικονομικού, υπάρχει και το βιολογικό κομμάτι του διλήμματος. Διότι ναι μεν μπορούμε να περιμένουμε μέχρι τα 35-36 για να σταθεροποιηθούμε οικονομικά και να είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι μπορούμε να παρέχουμε τα απαραίτητα –και λίγο περισσότερα από αυτά–, πόσο, όμως εύκολο είναι για μια γυναίκα να μείνει έγκυος σε αυτήν την ηλικία; Σίγουρα όχι ακατόρθωτο, αλλά σίγουρα όχι και το ίδιο εύκολο με τη δεκαετία των 20.
Για την ακρίβεια, μία γυναίκα γύρω στα 25 έχει 5 φορές περισσότερες πιθανότητες να συλλάβει απ’ ότι μία σαραντάρα. Η γονιμότερη ηλικία για τις γυναίκες είναι από τα 18 έως τα 34 χρόνια. Από εκεί και πέρα, η πιθανότητα σύλληψης μειώνεται κατά 10% κάθε χρόνο, μέχρι την ηλικία των 40, οπότε και αρχίζει να μειώνεται με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς. Έτσι, μια γυναίκα γύρω στα 38 έχει πιθανότητες σύλληψης της τάξης του 33%, στα 40 της περίπου 20%, ενώ στα 45 οι πιθανότητες πέφτουν στο 1%.
Τελευταίος –αλλά όχι λιγότερο σημαντικός– υπεισέρχεται ο συναισθηματικός παράγοντας, που υπαγορεύει ότι κάνω παιδί όταν νιώθω έτοιμος-η γι’ αυτό. Γιατί κακά τα ψέματα, η γέννηση ενός παιδιού είναι κατά πάσα πιθανότητα η σημαντικότερη απόφαση που θα πάρει κανείς στη ζωή του. Κι όσο κι αν σας λένε πως ό,τι κάνατε μέχρι στιγμής μπορείτε να το κάνετε και με το παιδί, σίγουρα κάποια πράγματα θα αλλάξουν. Δεν είναι ότι δεν έχουμε δει γονείς με νεογέννητα στο Να στην Ικαρία, αν όμως οι ιδανικές διακοπές σας εκτός από ελεύθερο κάμπινγκ περιλαμβάνουν και ολονύχτιο clubbing, μάλλον θα χρειαστεί να θυσιάσετε κάποιες από τις αδυναμίες σας. Αν δεν είστε διατεθειμένοι να το κάνετε, ίσως να πρέπει να το ξανασκεφτείτε, ή και να το αναβάλλετε για λίγο ακόμα –αν μη τι άλλο, μέχρι να χορτάσετε το backpacking και τους αυθόρμητους γύρους του κόσμου.
Εν ολίγοις, η «ιδανική ηλικία» για να κάνει κανείς παιδί μάλλον δεν υπάρχει. Η απόφαση είναι καθαρά προσωπική, και εξαρτάται από μια σειρά παραγόντων που έχουν να κάνουν με την ηλικία, τον τρόπο ζωής, την οικονομική άνεση και, πάνω απ’ όλα, τη θέληση του καθενός. Έχουμε δει τρισευτυχισμένους γονείς τόσο στα 25 όσο και στα 45. Άλλωστε, αν υπήρχε μία παγκόσμια αλήθεια επί του θέματος, ίσως και να μη θεωρούταν ένα μικρό θαύμα.